Είχε σχέση ο Έπσταϊν με τη Μοσάντ;
17/11/2025
Όταν μιλάμε για Τζέφρι Έπσταϊν, αυτομάτως και δικαίως το μυαλό μας πηγαίνει σε ό,τι χειρότερο κυκλοφορεί σε συνδυασμό διαστροφής, χρήματος και εξουσίας. Το όνομα του καταδικασμένου παιδόφιλου -που αυτοκτόνησε σε φυλακή του Μανχάταν το 2019- όμως, έχει απτές, πολιτικές διαστάσεις, όπως αναδεικνύουν τα πρόσφατα γεγονότα, τα οποία πυροδοτούν νέο κύκλο αντιπαράθεσης στις ΗΠΑ. Και αφορούν πιθανώς τον ρόλο του Έπσταϊν εντός αλλά και εκτός ΗΠΑ.
Τελευταίο επεισόδιο στην πολύκροτη υπόθεση, η εμπλοκή του ονόματος του Αμερικανού προέδρου σε μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Έπσταϊν, τα οποία έδωσαν στη δημοσιότητα οι Δημοκρατικοί βουλευτές της Επιτροπής Εποπτείας της Βουλής των Αντιπροσώπων, ανοίγοντας έτσι νέο γύρο αντιπαράθεσης γύρω από το ζήτημα.
Τι διαφορετικό κομίζουν αυτά τα μηνύματα; Πρώτον, πολλαπλές αναφορές στο όνομα του Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο ο Έπστάϊν χαρακτηρίζει μεταξύ άλλων «σκύλο που δεν γάβγισε», προσθέτοντας ότι «ένα από τα κορίτσια πέρασε ώρες στο σπίτι μου μαζί του». Σε άλλο μήνυμα, τον Ιανουαρίο του 2019, ο Έπσταϊν έγραφε στον δημοσιογράφο Μάικλ Γουόλφ ότι «φυσικά ήξερε για τα κορίτσια, αφού είχε ζητήσει από την Γκισλέιν να σταματήσει». Οι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν ότι τα μηνύματα αυτά δείχνουν πως ο πρόεδρος είχε γνώση των ενεργειών του Επσταϊν.
Δεύτερον, μηνύματα του ίδιου προς υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της εγχώριας και διεθνούς οικονομικής και πολιτικής σκηνής, που πιστοποιούν ότι ο Έπστάϊν συνέχιζε να διατηρεί πρόσβαση σε μερίδα της ελίτ. Όπως για παράδειγμα τον ιδεολογικό “αρχιτέκτονα” του τραμπισμού, Στιβ Μπάνον, στον οποίο ο Έπσταϊν προθυμοποιήθηκε να μεσολαβήσει ως σύνδεσμος με ηγέτες χωρών της Ευρώπης, σε περίπτωση που ο ιδεολογικός “αρχιτέκτονας” αποφάσιζε να δραστηριοποιηθεί στη Γηραιά Ήπειρο.
Ή τον πρώην πρωθυπουργό της Νορβηγίας Θορμπγιόρν Γιάγκλαντ, στον οποίο ο Έπσταϊν προσέφερε εαυτόν πάλι ως μεσολαβητή, αυτή τη φορά μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας. Όπως είναι κατανοητό, μια αλληλογραφία τόσο υψηλού επιπέδου καταδεικνύει πως, ακόμη και στις χειρότερες στιγμές, είχε την ικανότητα να διατηρεί προσβάσεις σε τμήματα της παγκόσμιας ελίτ.
Έπσταϊν και Μοσάντ
Οι αποκαλύψεις ωστόσο φαίνεται να μην σταματούν εκεί. To ερευνητικό site DropSite έφερε πριν λίγες ημέρες στην επιφάνεια αλληλογραφία μεταξύ του Επστάϊν και του πρώην πρωθυπουργού του Ισραήλ, Εχούντ Μπαράκ, τα οποία σύμφωνα με τον ίδιο αναδεικνύουν τον πολύτιμο μεσολαβητικό ρόλο του καταδικασμένου παιδόφιλου Έπσταϊν στην αγοραπωλησία οπλικών συστημάτων από το Ισραήλ προς άλλες χώρες. Όπως για παράδειγμα την περίπτωση της Ακτής Ελεφαντοστού, όπου ο Έπστάϊν είχε ρόλο διαμεσολαβητή για την παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού που θα στήριζε τον (όχι και τόσο δημοκράτη) πρόεδρο της χώρας, Αλαζάν Ουαταρά.
Η αλληλογραφία, προϊόν έρευνας της φιλοπαλαιστινιακής ομάδας Hamdala και του ιστότοπου δημοσίου συμφέροντος (whistleblower site) Distributed Denial of Secrets, ισχυρίζονται επίσης περί της διαμονής πράκτορα της Μοσάντ σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας του Έπσταϊν. Παραπέμπουν μάλιστα στο προσωπικό ημερολόγιο του μεγιστάνα και διατείνονται πως ο ίδιος πράκτορας επισκέφθηκε επανειλημμένα το διαμέρισμα μεταξύ 2013 και 2016.
Είναι περίεργο που λίγα ΜΜΕ στην ευρύτερη Δύση απασχολήθηκαν με τη συγκεκριμένη προσέγγιση του προβλήματος, εστιάζοντας στην αυστηρά σκανδαλοθηρική εκδοχή, ή μονοσήμαντα στην εμπλοκή του νυν προέδρου των ΗΠΑ. Το ερώτημα, που απευθύνει και ο δημοσιογράφος Μουρτάζα Χουσαίν, μιλώντας στο DemocracyNow είναι εύλογο: «Μια πτυχή κρίσιμη για την ιστορία του Έπσταϊν που δεν έχει καλυφθεί όσο πρέπει αφορά τις σχέσεις του με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, ξένες κυβερνήσεις και ξένες υπηρεσίες πληροφοριών;».
Και κάνει αναφορά σε ακόμη μια ηλεκτρονική αλληλογραφία μεταξύ Μπάρακ και Έπσταϊν που σύμφωνα με τον ίδιο αφορά στην προσπάθεια αμφότερων να πειστεί η υποστηρικτική προς τη Δαμασκό, Ρωσία, για την ανάγκη απομάκρυνσης του Μπασάρ αλ Άσαντ από την ηγεσία της Συρίας.
Πρόβλημα στο κίνημα MAGA
Την ίδια στιγμή το σκάνδαλο Έπσταϊν αναδεικνύεται και σε μέγα ζήτημα αντιπαράθεσης στους κόλπους των Ρεπουμπλικάνων. Συγκεκριμένα, σε πολιτικό επίπεδο, δυσάρεστη εξέλιξη για τον Λευκό Οίκο ήταν η στάση πέντε συντηρητικών βουλευτών, με μπροστάρισσα την άλλοτε ηγετική φιγούρα του κινήματος MAGA και νυν σκληρή επικριτή της κυβερνητικής πολιτικής, Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν, συνυπέγραψαν αίτημα (discharge petition) ώστε να τεθεί σε ψηφοφορία η πλήρης δημοσιοποίηση των αρχείων του παιδόφιλου μεγιστάνα.
Πρόκειται όχι για μεμονωμένο περιστατικό, αλλά για την πολιτική έκφραση μιας αυξανόμενης καχυποψίας του “λαού του MAGA” σχετικά με την όλη διαχείριση του ζητήματος, το οποίο συνοψίζει για τους ίδιους την πεμπτουσία της μάχης του απλού αμερικανικού λαού έναντι τις διεφθαρμένης ελίτ και αποτελεί “κόκκινη γραμμή για μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων της συντηρητικής παράταξης. Η ίδια η Γκριν άλλωστε, σε συνέντευξή της στο CNN δήλωσε ενδεικτικά: «Με αποκάλεσε προδότρια και ακριβώς αυτές οι λέξεις είναι που ριζοσπαστικοποιούν κόσμο εναντίον μου και θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή μου». Και τόνισε ότι, παρότι εξακολουθεί να στηρίζει τον Τραμπ, διαφωνεί κάθετα με τους χειρισμούς του στην υπόθεση.
Υπενθυμίζεται πάντως πως ο ίδιος ο Τραμπ άλλωστε είχε καταφέρει να εξοργίσει μερίδα του κοινού του ήδη από το περασμένο καλοκαίρι, όταν στον απόηχο της κοινής έρευνας Υπουργείου Δικαιοσύνης και FBI που κατέληγε στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο Έπσταϊν είχε “πελατολόγιο” ούτε ότι ο ίδιος δολοφονήθηκε στη φυλακή, αναρωτιόνταν ενώπιον του τηλεοπτικού φακού: «Ποιος ο λόγος να ασχολείται κανείς με έναν τύπο από καιρό νεκρό;». Και συμπλήρωνε: «Δεν καταλαβαίνω το ενδιαφέρον». Επρόκειτο για ολική μεταστροφή, αν αναλογιστεί κανείς ότι o Τραμπ δήλωνε προεκλογικά και με σαφήνεια ότι θα έδινε στη δημοσιότητα όλα τα αρχεία που σχετίζονταν με τον Έπσταϊν.
Τότε, μια σειρά από τους πλέον διαπρύσιους υποστηρικτές του δεν δίστασε να απαντήσει δημόσια και σε οργισμένο ύφος. Ο δημοσιογράφος Τάκερ Κάρλσον κατηγόρησε το υπουργείο Δικαιοσύνης ότι θέλει «να πνίξει την αλήθεια καθυβρίζοντας το κοινό» και υποστήριξε ότι «η κυβέρνηση παίζει με την φωτιά και δημιουργεί πραγματικά εξτρεμιστικές τάσεις». Ο υπερσυντηρητικός πολιτικός σχολιαστής Μάικ Τσέρνοβιτς απηύθυνε απευθείας έκκληση προς τον πρόεδρο: «Κανείς δεν πείθεται από την απόπειρα απόκρυψης της υπόθεσης Έπσταϊν. Αυτό θα είναι μέρος της παρακαταθήκης μας. Υπάρχει ακόμη ο χρόνος να αλλάξει!». Η “ακροδεξιά” Κάντας Όουενς, σε πιο λαϊκό τόνο πάλι, σχολίαζε: «Μας περνούν για ηλίθιους».
Τι συνδέει τους προαναφερθέντες; Η εχθρική τους στάση απέναντι στο κράτος του Ισραήλ, στο οποίο αποδίδουν τους “αχρείαστους πολέμους” των τελευταίων δεκαετιών στη Μέση Ανατολή, δείχνοντας τον Έπσταϊν ως ενδιάμεσο. Αυτή η στάση μιας μερίδας του συντηρητικού μπλοκ που οδήγησε στην εκλογική κατίσχυση του Τραμπ αποτυπώνει μια βαθύτερη διαίρεση στους κόλπους των Ρεπουμπλικάνων, ανάμεσα σε όσους διαθέτουν απομονωτικά και αντισημιτικά αντανακλαστικά και σε όσους αντιλαμβάνονται την ταύτιση Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ ως φυσική προέκταση ενός υπέρτερου χριστιανικού σχεδίου, στη λογική των Ευαγγελικών του Νότου.
Όλα αυτά σε μια περίοδο που η δυσπιστία των Αμερικανών πολιτών- σε όλο το πολιτικό φάσμα- προς τους θεσμούς και προς τους πολιτικούς του αντιπάλους είναι στο “κόκκινο”, γεγονός που καθιστά το σκάνδαλο Έπσταϊν επιταχυντή έντασης εκατέρωθεν…





