40 χρόνια στην ΕΕ – Από αδύναμος κρίκος αποδιοπομπαίος τράγος
30/05/2021Όταν ξέσπασε η ελληνική κρίση χρέους, οι ευρωπαϊκές ελίτ και τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ άρχισαν να καλλιεργούν συστηματικά την εντύπωση ότι η Ελλάδα ήταν το “μαύρο πρόβατο” σ’ ένα “άσπρο κοπάδι”. Ήταν μια υπεκφυγή, ένας τρόπος άρνησης του γεγονότος ότι η ελληνική κρίση ήταν εκδήλωση της κρίσης του ευρώ. Η Ελλάδα ευθύνεται για την κατάντια της και άξιζε επικρίσεις, αλλά αποδιοπομπαίος τράγος έγινε, επειδή έτσι επέλεξε το ευρωιερατείο.
Με άλλα λόγια, οι ελληνικές ευθύνες δεν δικαιολογούσαν τις εύκολες απαξιωτικές επιθέσεις. Πολύ περισσότερο, δεν αθωώνει την προσπάθεια του ευρωιερατείου να αποδώσει όλες τις δυσκολίες της Ευρωζώνης στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, η κρίση του ευρώ συνδέεται αφενός με τις αντιφάσεις του, αφετέρου με την απώλεια ανταγωνιστικότητας σε διεθνές επίπεδο.
Η Ελλάδα δεν ήταν, λοιπόν, το αμαρτωλό μέλος μιας ενάρετης οικογένειας. Η επέκταση της κρίσης χρέους στην περιφέρεια της Ευρωζώνης διέλυσε τον προπαγανδιστικό αυτό μύθο. Εάν ίσχυε, ούτε η Ιρλανδία και η Πορτογαλία θα βρίσκονταν στον μηχανισμό διάσωσης, ούτε η Ισπανία και η Ιταλία θα δέχονταν τις επιθέσεις που δέχθηκαν από τις Αγορές. Με άλλα λόγια, οι εξελίξεις επιβεβαίωσαν ότι η Ελλάδα δέχθηκε κερδοσκοπικές επιθέσεις ως ο πιο αδύναμος κρίκος μιας όχι και τόσο ανθεκτικής αλυσίδας. Η ελληνική κρίση, λοιπόν, δεν ήταν η εξαίρεση ενός σωστού κανόνα, αλλά η ακραία εκδήλωση της συστημικής κρίσης του ευρώ. Η Ελλάδα έγινε η πρώτη γραμμή του μετώπου της κρίσης, όχι η αιτία της κρίσης.
Ο μύθος περί “μαύρου προβάτου είχε συνέπειες. Οι αρχιερείς της Ευρωζώνης δεν έκλεισαν με δραστικές παρεμβάσεις το ελληνικό ρήγμα, ώστε να αποτρέψουν την πρόκληση ντόμινο. Αντ’ αυτού υιοθέτησαν μια στάση παραδειγματικής τιμωρίας του “μαύρου προβάτου” για να μη δημιουργηθεί προηγούμενο. Η θρησκευτικού χαρακτήρα ηθικίστικη προσέγγιση ότι η Ελλάδα πρέπει να περάσει από καθαρτήριο και να ματώσει, χρωμάτιζε όλο εκείνο το διάστημα τη ρητορική όχι μόνο του Σόιμπλε, αλλά και της Μέρκελ και πολλών άλλων Ευρωπαίων αξιωματούχων.
Το ελληνικό “τζιτζίκι”
Ο τρόπος που οι αρχιερείς αντιμετώπισαν το ελληνικό “τζιτζίκι” ήταν κραυγαλέα κοντόθωρος. Παρότι είχαν επίγνωση ότι η στήριξη της Ελλάδας ήταν περισσότερο πράξη προστασίας της Ευρωζώνης παρά πράξη κοινοτικής αλληλεγγύης, υπέκυψαν στην ευκολία να μετατρέψουν τον πιο αδύναμο κρίκο σε αποδιοπομπαίο τράγο. Όπως παρατηρούσα τον Ιανουάριο του 2010, «από ένα σημείο και πέρα, η δημοσιονομική κρίση της Ελλάδας έπαψε να είναι πρόβλημα της Ευρωζώνης με μια χώρα-μέλος της. Στο παιχνίδι μπήκαν δυναμικά οι Αγορές όχι μόνο για να δανείσουν την Ελλάδα με τοκογλυφικά επιτόκια, αλλά και για να κερδοσκοπήσουν με το ίδιο το ευρώ. Σ’ αυτό το κλίμα υπηρετήθηκαν και πολιτικο-οικονομικές σκοπιμότητες.
»Η κυβέρνηση (Γιώργου Παπανδρέου) δεν συνειδητοποίησε εγκαίρως την τροπή που έπαιρναν οι εξελίξεις. Δεν συνειδητοποίησε ότι η Ελλάδα γινόταν με ταχύ ρυθμό ο κρίκος γύρω από τον οποίο παίζονται ευρύτερα παιχνίδια. Ή τουλάχιστον δεν έσπευσε να αντιδράσει για να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη. Συνέχισε να κινείται με το δικό της βραδύ ρυθμό σε μια συγκυρία οξύτατης κρίσης, που απαιτούσε άμεσες και δραστικές παρεμβάσεις» (Καθημερινή, 24-1-2010). Η παρατήρηση αυτή μετά την εκδήλωση της κρίσης φαίνεται αυτονόητη, αλλά στις αρχές του 2010 ήταν κόντρα στο ρεύμα της εποχής.
Το ευρωιερατείο χρησιμοποίησε την Ελλάδα και σαν πειραματόζωο. Την αντιμετώπισε σαν τον άτακτο μαθητή, που τιμωρείται αυστηρά για να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι. Δοκιμάστηκε η συνταγή ακραίας λιτότητας που οι άρχουσες ελίτ σκόπευαν να εφαρμόσουν σταδιακά και ως ένα βαθμό τουλάχιστον σε όλη την Ευρώπη. Η συνταγή, βεβαίως, εφαρμόστηκε πρώτα στους αδύναμους κρίκους, αλλά τελικώς δεν γλύτωσαν ούτε οι κοινωνίες των ισχυρών κρίκων.
Ο μετανοημένος αμαρτωλός
Οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών, που δρομολόγησαν προγράμματα λιτότητας, επικαλούντο τα δεινά που υφίσταντο οι Έλληνες για να τρομοκρατήσουν τους δικούς τους πολίτες και να κάμψουν τις αντιδράσεις τους. Από την έκβαση του ελληνικού πειράματος κρινόταν τότε σε σημαντικό βαθμό η κατεύθυνση και η ένταση της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής που θα εφαρμοζόταν στην Ευρώπη.
Είναι ενδεικτικό ότι, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου ευθυγραμμίστηκε με τις εντολές του ευρωιερατείου, εισέπραξε εύσημα και βραβεία. Όλες οι θρησκείες έχουν ζωτική ανάγκη από μετανοημένους αμαρτωλούς. Το δόγμα της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας δεν αποτελεί εξαίρεση. Η Ελλάδα προβλήθηκε σαν ο αμαρτωλός που μέσα από το καθαρτήριο της σκληρής λιτότητας ανασυγκροτείται και δείχνει τον δρόμο στις άλλες χώρες-μέλη που έχουν δημοσιονομικά προβλήματα.
Η περίοδος αυτή, όμως, διήρκεσε λίγο. Η βύθιση της ελληνικής οικονομίας σε πρωτοφανή ύφεση προκάλεσε αποκλίσεις στους δημοσιονομικούς στόχους, με αποτέλεσμα η Τρόικα να ζητάει συνεχώς πρόσθετα μέτρα. Τα πρόσθετα μέτρα, όμως, το μόνο που κατάφεραν ήταν να αφυδατώσουν μια ήδη στεγνή αγορά και να επιτείνουν περαιτέρω την ύφεση, εγκλωβίζοντας την ελληνική οικονομία σ’ έναν καθοδικό φαύλο κύκλο.
Η Τρόικα είχε τότε σπεύσει να αποδώσει τον εκτροχιασμό του πρώτου μνημονιακού προγράμματος στην υπαρκτή ολιγωρία του Γιώργου Παπανδρέου και των υπουργών του, αλλά αυτό ήταν περισσότερο ένας τρόπος για να μην παραδεχτεί τη δική της ευθύνη παρά ένας αξιόπιστος απολογισμός. Γι’ αυτό και ξανασερβίρισε σε παραλλαγή τη δοκιμασμένη θεωρία περί “μαύρου προβάτου”.
Ο αποδιοπομπαίος τράγος και η τελετουργία
Η άσκηση εκβιασμών και το ξανασερβίρισμα των προπαγανδιστικών σχημάτων περί σπάταλων και τεμπέληδων Ελλήνων είχαν στόχο τη διαμόρφωση κλίματος ηθικής απαξίωσης. Η τακτική αυτή επιστρατεύθηκε για να προσφέρει στους Βορειοευρωπαίους ψηφοφόρους-φορολογούμενους έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Η ταπείνωση, ο εξευτελισμός και η τιμωρία της Ελλάδας ήταν μια πολιτική τελετουργία, που είχε σκοπό να καταστήσει πιο εύπεπτη τη μετακύλιση στους φορολογούμενους του υψηλού κόστους που κανονικά έπρεπε να πληρώσουν οι τράπεζες.
Όταν η κρίση επεκτάθηκε στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, το ευρωιερατείο τεμάχισε την κρίση σε ελληνική, ιρλανδική και πορτογαλική, αντιπαραθέτοντας τον εκτροχιασμό στην Ελλάδα με την πρόοδο σε Ιρλανδία και Πορτογαλία. Ανεξαρτήτως αυτού, όμως, οι τρεις αυτές κρίσεις χρέους είχαν δύο πτυχές: Η πρώτη ήταν η ιθαγενής και διέφερε σε χαρακτήρα και σε ένταση από χώρα σε χώρα. Η δεύτερη, που ήταν και ο κοινός παρονομαστής, ήταν η ευρωπαϊκή πτυχή της κρίσης και συνδεόταν με το κοινό νόμισμα.
Με άλλα λόγια, το μείζον πρόβλημα της Ευρωζώνης δεν ήταν η ασωτία ορισμένων χωρών-μελών, όπως ισχυριζόταν υποκριτικά-προπαγανδιστικά το Βερολίνο. Το μείζον πρόβλημα ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα η ανισομερής ανάπτυξη και η διαφορά ανταγωνιστικότητας εντός της Ευρωζώνης, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δημιουργούν αδύναμους κρίκους, πατώντας βεβαίως και στις υπαρκτές παθογένειες των λιγότερο αναπτυγμένων και στέρεων οικονομιών.
Αυτά για να μην ξεχνάμε τέτοιες επετειακές ημέρες και τη σκοτεινή όψη του σαραντάχρονου απολογισμού της συμμετοχής μας στην λεγόμενη ευρωπαϊκή οικογένεια. Λεγόμενη, επειδή ο τρόπος που η Ευωζώνη αντιμετώπισε την Ελλάδα μόνο σε οικογένεια δεν παραπέμπει. Προφανώς και δεν έπρεπε να την αφήσει να συνεχίσει το πάρτι, προφανώς και η ελληνική κοινωνία δεν μπορούσε παρά να πληρώσει τίμημα για να υπερβεί την κρίση. Ο όλος χειρισμός, όμως, του ευρωιερατείου, όπως προανέφερα, δεν είχε κύριο στόχο την επίλυση του προβλήματος “χρέος”. Εξ ου και μέχρι σήμερα η Ελλάδα παραμένει αδύναμος κρίκος και μάλιστα υποψήφια για νέα “θεραπεία”.