Πως το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο τορπιλίζει τους θεσμούς της ΕΕ

Πως το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο τορπιλίζει τους θεσμούς της ΕΕ. Χάρης Τσιλιώτης

Η απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου (ΓΣΔ, με έδρα την πόλη της Καρλσρούης) της περασμένης εβδομάδας, που αφορά την νομιμότητα της απόφασης του Συμβουλίου της ΕΚΤ για την έγκριση του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων (PSPP), γνωστού και ως ποσοτική χαλάρωση (Quantative Easing – QE), θα μείνει σίγουρα ιστορική για πολλούς λόγους.

Ο σημαντικότερος κατά την γνώμη του γράφοντος δεν είναι οικονομικός, αν και το αντικείμενο της απόφασης ήταν εξόχως οικονομικό-τεχνοκρατικής φύσης και αφορούσε ένα σημαντικότατο πρόγραμμα της ΕΚΤ αξίας περίπου 2,6 τρισ. ευρώ. Ούτε όμως μόνο νομικός, αν και πρόκειται περί δικαστικής απόφασης και όπως κάθε απόφαση είναι ένα κατεξοχήν νομικό κείμενο. Ο βασικότερος λόγος είναι θεσμικός-πολιτικός και αφορά την ίδια την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Με την απόφαση αυτή όχι μόνο τέθηκε από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο εν αμφιβόλω η αρχή της υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου έναντι του Δικαίου των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων και των Συνταγμάτων τους, αλλά παραβιάστηκε για πρώτη φορά ανοικτά. Η αλήθεια είναι ότι από την δεκαετία του ’70 Συνταγματικά και Ανώτατα Δικαστήρια των κρατών μελών, με επιφανέστερο όλων το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, είχαν εν μέρει αμφισβητήσει την υπεροχή του Κοινοτικού Δικαίου έναντι του εθνικού Συντάγματος.

Θα θυμόμαστε την ημέτερη δικαστική διαμάχη για τον “βασικό μέτοχο”, όπου και το δικό μας Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έμεινε αμέτοχο από αυτήν την συζήτηση, άλλο εάν τελικά απέφυγε στο τέλος την σύγκρουση με τις Βρυξέλλες, καταφεύγοντας στην νομική ασφάλεια του Δικαστηρίου του Λουξεμβούργου. Αλλά και εθνικά Δικαστήρια με πιο εθνοκεντρικές αντιλήψεις, τελικά παρέμειναν σε αποφάσεις αμφισβήτησης μεν της υπεροχής του Κοινοτικού Δικαίου, χωρίς όμως να κρίνουν την πράξη ενός οργάνου της Ένωσης αντίθετη με το Σύνταγμά τους. Επρόκειτο μάλλον για άσφαιρα πυρά.

Το Συνταγματικό Δικαστήριο χτυπά στο “ψαχνό”

Αυτή την φορά όμως το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάσισε να κτυπήσει με πραγματικές σφαίρες, στο “ψαχνό” του συστήματος της ΕΕ και μάλιστα εναντίον δύο ανεξάρτητων οργάνων της, της ΕΚΤ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, την ανεξαρτησία του πρώτου εκ των οποίων μάλιστα είχε απαιτήσει η ίδια η Γερμανία, για να θυσιάσει το γερμανικό μάρκο έναντι του ευρώ! Έτσι αποφάσισε να διαβεί τον Ρουβίκωνα της ρήξης με την ΕΕ και κυρίως με το Δικαστήριο της.

Γιατί, όμως, η απόφαση αυτή του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου μπορεί να έχει αντίκτυπο και μάλιστα σοβαρό στην ίδια την διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης; Κατά πρώτον βάζει εμπόδια στα προγράμματα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, όσο κι αν η απόφαση αυτή δεν έθιξε την ουσία του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Απαίτησε όμως τον έλεγχό τους με βάση την αρχή της αναλογικότητας, αυστηρό και βαθύ όπως τον αντιλαμβάνεται εκείνο, όχι χαλαρό όπως τον θέλει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Κατά συνέπεια κάθε τέτοιο ή ανάλογο πρόγραμμα της ΕΚΤ θα πρέπει κάθε φορά να τίθεται στην κρησάρα του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια δικαίου. Το βασικότερο όμως, πρόβλημα έγκειται αλλού. Η αρχή της υπεροχής του Δικαίου της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, πρωτογενούς και δευτερογενούς έναντι των εθνικών Δικαίων των κρατών μελών, είναι η πιο θεμελιώδης αρχή του Ευρωπαϊκού Δικαίου.

Έχει τις ρίζες της στην νομολογία του ίδιου του τότε Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Κοινότητας, από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του την δεκαετία του 60. Αποτελεί προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για την διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Διαφορετικά θα ήταν αδιανόητη η ευρωπαϊκή ενοποίηση εάν κάθε φορά κάθε κράτος μέλος επικαλείται το Σύνταγμά του ή την εθνική του νομοθεσία, για να αποστεί από τις ενωσιακές του υποχρεώσεις.

Απόφαση υπέρ της Ουγγαρίας και της Πολωνίας

Παρά λοιπόν τις κατά καιρούς αμφισβητήσεις της από εθνοκεντρικές αντιλήψεις ορισμένων εθνικών Δικαστηρίων, κυρίως του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου (αν και σε όχι σταθερή αλλά κυμαινόμενη νομολογία), η αρχή αυτή λειτούργησε και αποτέλεσε βασικό παράγοντα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος όλες τις τελευταίες δεκαετίες. Η τελευταία απόφαση του Δικαστηρίου της Καρλσρούης όμως δημιουργεί νέα δεδομένα.

Στους αμφισβητίες του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και εν γένει της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, περιλαμβάνονται τα τελευταία χρόνια τα κράτη του Βίζεγκραντ, κυρίως η Πολωνία και η Ουγγαρία. Οι χώρες αυτές έχουν ανοικτούς λογαριασμούς και με την Επιτροπή αλλά και με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το τελευταίο έχει εκδώσει τον τελευταίο χρόνο σειρά αποφάσεων κατά της Πολωνίας, για παραβίαση της δικαστικής ανεξαρτησίας ως κανόνα του Ενωσιακού Δικαίου, όπως και κατά των τριών χωρών του Βίζεγκραντ (Πολωνίας, Τσεχίας και Ουγγαρίας) για παραβίαση της αρχής της αλληλεγγύης, όσον αφορά την δίκαιη κατανομή των προσφύγων στις χώρες της ΕΕ.

Θα είναι λοιπόν πιο εύκολο για τις χώρες αυτές να μην συμμορφωθούν με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, κάνοντας έλεγχο υπέρβασης αρμοδιότητας του Δικαστηρίου. Ήδη η Πολωνία έχει εκδώσει νόμο με τον οποίο απαγορεύεται στα εθνικά της Δικαστήρια να συμμορφωθούν με την καταδικαστική για την Πολωνία απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η Πολωνία δια του πρωθυπουργού της και του υπουργού Δικαιοσύνης, είναι η μόνη μέχρι στιγμής χώρα που εκθείασε την απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Αλλά και σε άλλες χώρες, ή δικαστήρια τους, μπορεί να ανοίξει η όρεξη για να πράξουν κάτι ανάλογο. Κατά συνέπεια το κουτί της Πανδώρας ή ο ασκός του Αιόλου άνοιξαν και κανένας δεν ξέρει τι θα συμβεί απ’ εδώ και πέρα. Πάντως η αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής πρέπει να είναι ψύχραιμη. Κραυγές υπέρ του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου ότι «τρίβει στην μούρη» τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ή αντίθετα κατά μίας “γερμανικής” ΕΕ δεν αποδίδουν την πραγματικότητα.

Συνταγματικό Δικαστήριο εναντίον ΕΕ

Η απάντηση πρέπει να είναι καταρχήν θεσμική. Εξετάζεται το ενδεχόμενο, μάλιστα από την ίδια την Γερμανίδα πρόεδρο της Κομισιόν, παραπομπής της Γερμανίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με προσφυγή επί παραβάσει του άρθρου 258 της Συνθήκης Λειτουργίας Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτό βέβαια θα γίνει εάν το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα εφαρμόσουν την απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, οπότε θα ζητηθεί από αυτά, με την παραπάνω διαδικασία, να συμμορφωθούν με την απόφαση της ΕΚΤ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Κάτι τέτοιο θα συμβεί για πρώτη φορά, να παραπεμφθεί και ενδεχομένως καταδικαστεί μία χώρα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση των Συνθηκών λόγω απόφασης Δικαστηρίου της.

Από την άλλη μεριά όμως είναι και η πρώτη φορά που το Δικαστήριο ενός κράτους μέλους αρνείται να εφαρμόσει απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και κρίνει πράξεις των οργάνων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του Δικαστηρίου της ως ultra vires, δηλαδή καθ’ υπέρβαση της δικαιοδοσίας και της αρμοδιότητάς του. H EE και τα όργανά της, Κομισιόν, ΕΚΤ και Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, δεν πρέπει να υποκύψουν στην πίεση της απόφασης του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, διότι διαφορετικά θα πρέπει να αποχαιρετήσουμε την αρχή της υπεροχής του Δικαίου της ΕΕ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι